Γνωστό από την αρχαιότητα ως το «λήδανο» του Ηροδότου ή το «λάδανον» του Διοσκουρίδη, η λαδανιά πωλούνταν στα παζάρια της Ανατολής πιο ακριβά και από το χρυσάφι, στους λαούς της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής χρησιμοποιούνταν ως αρωματικό, αντισηπτικό και διεγερτικό αλλά και ως απολυμαντικό και προληπτικό φάρμακο κατά της πανούκλας, στην Κρήτη οι πατεράδες τη μάζευαν μια ζωή για να τη δώσουν προίκα στις κόρες τους. Σήμερα η αξία του λάδανου, της αρωματικής και φαρμακευτικής ουσίας που παράγεται από την κρητική λαδανιά (Cistus creticus), αποκτά ξανά το αρμόζον της ενδιαφέρον στο αγοραστικό αλλά και στο επιστημονικό κοινό.
Ο δύσκολος τρόπος συλλογής της περιγράφεται λεπτομερειακά από τον Γάλλο περιηγητή και βοτανολόγο Ζοζέφ Πιτόν ντε Τουρνεφόρ κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στην Κρήτη. Η πολύτιμη ρητίνη, λοιπόν, εκκρίνεται από τα φύλλα του φυτού τις πιο ζεστές ημέρες του καλοκαιριού και μάλιστα τις μεσημεριανές ώρες. Τότε ήταν που οι κρητικοί έβγαιναν στους φρυγανότοπους και με τη βοήθεια ενός ραβδιού που στην άκρη του κρέμονταν στενές πέτσινες λωρίδες σαν κορδόνια, κουνώντας αυτές τις λωρίδες ανάμεσα στα φυτά μάζευαν τη ρητίνη, η οποία κολλούσε πάνω τους, κι έπειτα με ένα αιχμηρό αντικείμενο ή σουγιά την αφαιρούσαν σε σβόλους και την αποθήκευαν. Ήταν μια διαδικασία πολύωρης εργασία που απαιτούσε μεγάλη υπομονή προκειμένου να συλλεχθεί μια ικανοποιητική ποσότητα (για να μαζέψει κάποιος ένα κιλό συχνά δεν έφταναν πέντε καλοκαίρια).
Η κρητική λαδανιά ή αλλιώς Κίστος, το φρυγανικό είδος με τα ρόδινα άνθη και τα τσαλακωμένα πέταλα, όπως προαναφέρθηκε, είναι γνωστή από την αρχαιότητα για τις πολύτιμες φαρμακευτικές ιδιότητες της κομμεορρητίνης που παράγει. Αποτελεί μέλος ενός γένους με αρκετά είδη, περίπου 20, που στο παρελθόν έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην οικονομία των χωρών της Μεσογείου.
Στην Ελλάδα απαντούν σήμερα έξι είδη:
- Cistus creticus
- Cistus salviifolius
- Cistus monspeliensis
- Cistus laurifolius
- Cistus parviflorus
- Cistus albanicus
Τη συναντάμε σε φρυγανότοπους σχεδόν σε όλη τη χώρα και τη γνωρίζουμε με διάφορες ονομασίες όπως κουνούκλα, κίστα, κιστάρι, αλίσαρος κ.ά. Έχει ύψος και πλάτος που φτάνει το ένα μέτρο, τα φύλλα της είναι μικρά, χνουδωτά και ωοειδή ενώ τα άνθη της μοιάζουν με αγριοτριαντάφυλλου και έχουν πέντε πέταλα σε βαθύ ρόδινο χρώμα. Ανθίζει από τα τέλη Απριλίου ως τα τέλη Μαΐου στην νότια Ελλάδα ενώ, στη βόρεια από τις αρχές Μαΐου ως τα μέσα Ιουνίου. Η λαδανιά δίχως ανάγκη για πολλές φροντίδες και συχνό πότισμα είναι ιδανική και για βραχόκηπους, παραθαλάσσιους κήπους, παρτέρια και γλάστρες.