Κείμενο της Δέσποινας Παπακώστα-Τασοπούλου, Καθηγήτρια Γεωπονικής Σχολής Α.Π.Θ.
Οικογένεια: Fabaceae
Λαθούρι στα αγγλικά: Grass pea, Cicerchia, Blue sweet pea, Chickling pea, Chickling vetch, Indian pea.
Τρία από τα καλλιεργούμενα είδη λαθουριού είχαν κατά καιρούς σημασία για τη χώρα μας:Με το όνομα λαθούρι (όπου πρόκειται για ετήσιο ποώδες φυτό) είναι γνωστά πολλά είδη, τα οποία ανήκουν στο γένος Lathyrus. Ως κέντρα καταγωγής θεωρούνται η περιοχή της Μεσογείου, η Κεντρική και Ανατολική Ασία. Σύμφωνα με τις αρχαιολογικές έρευνες, το λαθούρι είναι από τα πρώτα ψυχανθή που καλλιεργήθηκαν από τον άνθρωπο.
- το Lathyrus sativus L. (βρώσιμο λαθούρι),
- το Lathyrus cicera L. (κτηνοτροφικό λαθούρι)
- και το Lathyrus ochrus L. (ώχρος λαθούρι).
Μερικά είδη λαθουριού καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά φυτά. Γνωστό καλλωπιστικό είδος είναι το Lathyrus odoratus L., κοινώς μοσχομπίζελο. Αρκετά άλλα είδη λαθουριού απαντώνται αυτοφυή στη χώρα μας. Οι καρποί του λαθουριού περιέχουν την τοξική ουσία λαθυρίνη, που σε περίπτωση κατανάλωσης μεγάλης ποσότητας σπόρων από τα ζώα μπορεί να προκαλέσει σοβαρές νευρολογικές διαταραχές (λαθυρίαση).
Βοτανικά χαρακτηριστικά λαθουριού
Το λαθούρι είναι ετήσιο ποώδες φυτό. Οι βλαστοί και οι μίσχοι φέρουν πτερύγια.
Βρώσιμο λαθούρι
Το ριζικό σύστημα του βρώσιμου λαθουριού (L. sativus) είναι πασσαλώδες. Η κύρια ρίζα φθάνει σε βάθος 50-70cm και φέρει πολλές δευτερεύουσες ρίζες.
Ο βλαστός διακλαδίζεται και η ανάπτυξη του φυτού είναι ημιόρθια και αναρριχώμενη. Το ύψος του φυτού φθάνει τα 40-90cm, ανάλογα με την ποικιλία και τις συνθήκες ανάπτυξης.
Τα φύλλα είναι σύνθετα και αποτελούνται από ένα ζεύγος γραμμοειδών φυλλαρίων και από διακλαδιζόμενη έλικα.
Τα άνθη εκφύονται μονήρη από τις μασχάλες των φύλλων και έχουν πολύ μακρύ ποδίσκο. Το χρώμα των ανθέων είναι συνήθως λευκό, αλλά επίσης ρόδινο ή κυανοπορφυρό.
Οι λοβοί έχουν μήκος 2,5-5cm, είναι πεπλατυσμένοι, λείοι, με δύο φυλλοειδή πτερύγια στη ράχη. Περιέχουν από 1-5 σπόρους. Οι σπόροι είναι γωνιώδεις, κωνικοί και πυραμοειδείς και έχουν χρώμα κιτρινόλευκο ή γκρίζο-καφέ, μερικές φορές σκούρο με στίγματα και ένα μικρό μάτι στο πλατύτερο άκρο.
Κτηνοτροφικό λαθούρι
Η κύρια πασσαλώδης ρίζα του κτηνοτροφικού λαθουριού (L.cicera) φθάνει σε βάθος 80-120cm και έχει λιγότερες δευτερεύουσες ρίζες από το Lathyrus sativus.
Το ύψος του φυτού φθάνει τα 30-50cm.
Τα φύλλα αποτελούνται από ένα ζεύγος γραμμοειδών ή λογχοειδών φυλλαρίων και φέρουν διακλαδιζόμενη έλικα. Στις μασχάλες των φύλλων απαντάται ένα μόνο άνθος με χρώμα πορτοκαλί-κοκκινωπό και με ποδίσκο βραχύτερο από τα φύλλα.
Οι λοβοί έχουν μήκος 3-4cm και στη ράχη τους φέρουν πλατύ αυλάκι. Οι σπόροι είναι λιγότερο γωνιώδεις από εκείνους του Lathyrus sativus, περισσότερο στρογγυλοί και έχουν ανοικτού χρώματος μάτι. Το χρώμα τους είναι αργυρόλευκο-γκριζωπό, διάστικτο με σκούρα στίγματα.
Εδαφοκλιματικές συνθήκες λαθουριού
Το βρώσιμο λαθούρι προσαρμόζεται σε ξηρά κλίματα, παρ’ όλο ότι ανέχεται υψηλή βροχόπτωση. Έτσι, καλλιεργείται σε περιοχές με ετήσια βροχόπτωση 320-1360mm. Αντέχει κατάκλυση με νερό περισσότερο από πολλά άλλα είδη ψυχανθών. Είναι ανθεκτικό στις υψηλές θερμοκρασίες και την ξηρασία.
Το κτηνοτροφικό λαθούρι είναι ανθεκτικό στο κρύο και τον παγετό κατά το αρχικό στάδιο ανάπτυξης και καλλιεργείται ως φθινοπωρινό στη ζώνη της Μεσογείου. Φυτρώνει ακόμη και στους 2-3 oC. Αναπτυγμένα φυτά αντέχουν μέχρι -12 oC. Κατά την περίοδο όμως της άνθησης, θερμοκρασίες λίγο κάτω από το μηδέν είναι δυνατόν να προκαλέσουν σοβαρές καταστροφές. Την άνοιξη είναι ανθεκτικό στην ξηρασία.
Οι εδαφικές τους απαιτήσεις είναι μικρές.
Το βρώσιμο λαθούρι προσαρμόζεται σε πτωχά εδάφη, ανέχεται δε βαριά, πηλώδη εδάφη. Είναι ευαίσθητο στην οξύτητα του εδάφους.
Το κτηνοτροφικό λαθούρι επίσης προσαρμόζεται σε πτωχά εδάφη, όχι όμως πολύ υγρά ή κορεσμένα με νερό. Γενικά το λαθούρι προτιμά εδάφη με αλκαλικό pH.
Αύξηση και ανάπτυξη του φυτού του λαθουριού
Το λαθούρι έχει υπόγειο φύτρωμα. Είναι φυτό συνεχούς ανάπτυξης. Η ανάπτυξη της βιομάζας ακολουθεί μία σιγμοειδή καμπύλη, με τη μεγαλύτερη ταχύτητα αύξησης μετά την άνθηση και μείωση κοντά στην ωρίμανση. Κατά μέσο όρο παράγει μικρότερη βιομάζα, έχει μικρότερη απόδοση σε καρπό σε σύγκριση με το μπιζέλι και τα κουκιά και οψιμότερη έναρξη άνθησης. Αυτό αποδίδεται στην περιορισμένη βελτίωση που έγινε στο λαθούρι. Ο Thomson και οι συνεργάτες του αξιολογώντας τα αποτελέσματα πειράματος σύγκρισης διαφόρων ειδών ψυχανθών σε περιοχές της Αυστραλίας με μεσογειακό κλίμα, παρατήρησαν ότι στο L.sativus η πορεία της άνθησης και ωρίμανσης των λοβών γινόταν με σχετικά χαμηλό ρυθμό.
Οι ερευνητές αυτοί καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η αύξηση της απόδοσης στο λαθούρι στα επίπεδα άλλων ψυχανθών μπορεί να επιτευχθεί με την επιλογή γενοτύπων που παρουσιάζουν:
- πρώιμη άνθηση, ανάπτυξη λοβών και ωρίμανση, ώστε να αποφεύγουν τις ξηροθερμικές συνθήκες και
- ικανότητα να συγκεντρώνουν μεγάλη ποσότητα βιομάζας.
Προετοιμασία εδάφους για καλλιέργεια λαθουριού
Στην καλλιέργεια του λαθουριού ο τρόπος προετοιμασίας του εδάφους είναι παρόμοιος με εκείνον του βίκου.
Δηλαδή αυτό περιλαμβάνει:
Όργωμα, το οποίο γίνεται συνήθως μετά τις πρώτες βροχές του φθινοπώρου ή μετά τη συγκομιδή της προηγούμενης καλλιέργειας.
Όργωμα το καλοκαίρι, όταν ο αγρός είναι ελεύθερος από καλλιέργεια, δε συνιστάται γιατί το έδαφος είναι πολύ σκληρό, χάνεται και η ελάχιστη υγρασία του και επιπλέον προκαλείται φθορά στα γεωργικά μηχανήματα. Καλοκαιρινό όργωμα είναι ωφέλιμο όταν υπάρχουν πολυετή ζιζάνια, με σκοπό να έρθουν τα υπόγεια αναπαραγωγικά τους όργανα στην επιφάνεια του εδάφους και να καταστραφούν από τις υψηλές θερμοκρασίες και την ξηρασία.
Ψιλοχωμάτισμα του εδάφους με δισκοσβάρνα. Εάν μετά τη δισκοσβάρνα συνεχίζουν να υπάρχουν μεγάλοι βόλοι γίνεται μία επιπλέον κατεργασία με απλό καλλιεργητή ή με καλλιεργητή που συνοδεύεται από μικρό κύλινδρο για μικροϊσοπεδώσεις.
Η προετοιμασία του εδάφους για την καλλιέργεια του λαθουριού, όπως και για την καλλιέργεια του βίκου είναι παρόμοια με εκείνη που εφαρμόζεται για τα χειμερινά σιτηρά.
Σπορά λαθουριού
Για την καλλιέργεια του λαθουριού καταλληλότερη εποχή σποράς θεωρείται το διάστημα μεταξύ 15 Οκτωβρίου και 15 Νοεμβρίου. Η χρησιμοποιούμενη ποσότητα σπόρου εξαρτάται από το μέγεθος του σπόρου και τον προορισμό της καλλιέργειας. Συνιστώνται 16-20kg σπόρου/στρ. για χορτοδοτική καλλιέργεια και 14-15kg σπόρου/στρ. για παραγωγή καρπού. Για διευκόλυνση της συγκομιδής του καρπού στην Ισπανία συνιστώνται 12,5kg σπόρου/στρ.
Σε ορισμένες χώρες για την υποστήριξη του λαθουριού και περιορισμό του πλαγιάσματος, χρησιμοποιείται σε ανάμιξη σπόρος κριθαριού σε ποσότητα 1,5-2kg/στρ. Εκτός από την αμιγή καλλιέργεια εφαρμόζεται και συγκαλλιέργεια με ένα χειμερινό σιτηρό, σε διάφορες αναλογίες σπόρων.
Η σπορά γίνεται σε αποστάσεις 25cm μεταξύ των γραμμών με τις κοινές σπαρτικές μηχανές των χειμερινών σιτηρών. Συνιστάται ισοπέδωση του αγρού πριν τη σπορά, εάν είναι δυνατόν και κυλίνδρισμα αμέσως μετά τη σπορά για τον εύκολο και χωρίς απώλειες θερισμό.
Λίπανση και ζιζανιοκτονία
Πειραματικά δεδομένα του Ινστιτούτου Κτηνοτροφικών Φυτών και Βοσκών έδειξαν ότι το λαθούρι αντιδρά μόνο στη φωσφορική λίπανση.
Συγκομιδή λαθουριού
Η εποχή συγκομιδής της καλλιέργειας του λαθουριού για καρπό καθορίζεται από το κιτρινωπό χρώμα των περισσότερων λοβών και πριν αρχίσει το άνοιγμα των κατώτερων λοβών.
Χρησιμοποιούνται δύο τρόποι συγκομιδής. Θερισμός των φυτών, παραμονής τους στην επιφάνεια του αγρού για να αποξηρανθούν και στη συνέχεια αλωνισμός, ή θεριζοαλωνισμός με τις θεριζοαλωνιστικές μηχανές των σιτηρών, μετά από κατάλληλη ρύθμιση.
Το στάδιο κοπής της χορτοδοτικής καλλιέργειας καθορίζει την ποιότητα και την ποσότητα του λαμβανόμενου χόρτου. Συγκομιδή στο στάδιο της άνθισης δίνει σανό καλής ποιότητας αλλά σε μικρή ποσότητα. Στην έναρξη της ωρίμανσης η ποιότητα είναι κατώτερη και η ποσότητα μειωμένη επειδή έχουν ξηραθεί τα φύλλα και τινάζονται κατά το θερισμό. Συνήθως η χορτοδοτική καλλιέργεια συγκομίζεται όταν οι κατώτεροι λοβοί έχουν πάρει το φυσικό τους μέγεθος και οι σπόροι τους βρίσκονται στο στάδιο της μαλακής ζύμης. Αυτό το στάδιο στη χώρα μας εντοπίζεται μέσα στο Μάιο.
Χορτοδοτική καλλιέργεια
Η απόδοση εξαρτάται από την ποικιλία, τις οικολογικές συνθήκες και την καλλιεργητική τεχνική. Κυμαίνεται σε ευρέα όρια, από 250 έως 600kg σανού/στρ. Όταν το περιβάλλον είναι υγρό και δροσερό, σχηματίζεται μεγάλη βιομάζα σε βάρος του καρπού. Ενδεικτικά η χημική σύσταση δείγματος χορτομάζας και σανού λαθουρικού δίνεται στον παρακάτω πίνακα.
Καρποδοτική καλλιέργεια
Στο λαθούρι δεν έγινε μεγάλη βελτιωτική προσπάθεια. Για το λόγο αυτό οι αποδόσεις είναι μικρές. Για το βρώσιμο λαθούρι στην Ισπανία, σε καλλιέργειες αγρού, αναφέρονται αποδόσεις 50-260kg καρπού/στρ., ενώ σε πειραματικές καλλιέργειες με βελτιωμένες ποικιλίες 213-624kg/στρ.
Στην Ινδία η μέση απόδοση είναι 31kg/στρ.
Για το κτηνοτροφικό λαθούρι αναφέρονται αποδόσεις 150-250g καρπού/στρ., σε καλλιέργειες αγρού στη Ν.Ευρώπη και 158-304kg/στρ., σε πειραματικές καλλιέργειες στη Β.Ισπανία. Στην Ελλάδα οι αποδόσεις πειραματικών καλλιεργειών κυμαίνονται από 250 έως 300kg καρπού/στρ. Σε καλλιέργεια αγρού, η μέση απόδοση κατά το 1998 για το βρώσιμο λαθούρι ήταν 117kg σπόρου/στρ. και για το κτηνοτροφικό 215kg σπόρου/στρ.
Ασθένειες λαθουριού
Οι κυριότερες μυκητολογικές ασθένειες που έχουν παρατηρηθεί σε διάφορες περιοχές της χώρας μας στην καλλιέργεια του λαθουριού είναι οι εξής:
- η Σκληρωτινίαση (Sclerotinia sclerotiorum),
- η Σκωρίαση (Uromyces spp.),
- η Ασκοχύτωση (Ascochyta pisi) και
- το Ωίδιο (Erysiphe pisi).
Εχθροί λαθουριού
Οι εχθροί που προσβάλλουν την καλλιέργεια του λαθουριού είναι οι παρακάτω:
- ο Βρούχος
- ο Φυτονόμος και
- το Άπιο.
Θρεπτική αξία λαθουριού
Όπως και στα άλλα ψυχανθή, οι καρποί είναι πλούσιοι σε λυσίνη και πτωχοί σε μεθειονίνη.
Οι σπόροι του λαθουριού περιέχουν έναν αντιθρεπτικό παράγοντα, που είναι το νευροτοξικό αμινοξύ ODAP (β-Ν-οξαλύλ-L-α-β-διαμινοπροπιονικό οξύ) το οποίο προκαλεί νευρολαθυρίαση στον άνθρωπο και τα ζώα, όταν καρποί καταναλώνονται συνεχώς επί μήνες, ως το σπουδαιότερο τμήμα της δίαιτας. Εκδηλώνεται με παράλυση των κατώτερων αρθρώσεων. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να προκληθεί και θάνατος. Μπορούν όμως σπόροι να χορηγηθούν σποραδικά σε πολλά είδη ζώων, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα.
Εμβάπτιση των σπόρων σε νερό και στη συνέχεια μαγείρεμα σε υψηλή θερμοκρασία, προστατεύει από την τοξικότητα, πιθανώς λόγω αδρανοποίησης του τοξικού παράγοντα. Παρατηρήθηκε αρνητική συσχέτιση μεταξύ της ολικής περιεκτικότητας του σπόρου σε πρωτεΐνη και της περιεκτικότητας σε ODAP. Το κτηνοτροφικό λαθούρι έχει μικρότερη περιεκτικότητα σε ODAP σε σύγκριση με το βρώσιμο. Επιλεγείσες όμως ποικιλίες βρώσιμου λαθουριού με λευκό σπόρο έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε ODAP. Στο λαθούρι υπάρχουν κι άλλοι αντιθρεπτικοί παράγοντες, όπως αναστολείς της τρυψίνης, υδροκυανικό οξύ, μαλτόζη, σαπωνίνες, φλαβόνες. Οι καρποί του βρώσιμου λαθουριού καταναλώνονται από τον άνθρωπο είτε ολόκληροι (αφού εμβαπτιστούν για αρκετές ώρες σε νερό και στη συνέχεια μαγειρευτούν) είτε ως αλεύρι για διάφορες χρήσεις. Στη χώρα μας είναι γνωστή η φάβα του λαθουριού. Εκτός όμως από τους ξηρούς καρπούς στη διατροφή του ανθρώπου μπορούν να χρησιμοποιηθούν και οι χλωροί λοβοί ως λαχανικό.