Κείμενο του Χαράλαμπου Θανόπουλου, Msc Γεωπόνου
Γενικά στοιχεία
Το παντζάρι (ή κοκκινογούλι ή κηπευτικό τεύτλο) καλλιεργείται για τις σαρκώδεις γογγυλόριζες του (πλούσιες σε υδατάνθρακες) και τα φύλλα του, τα οποία καταναλώνονται ως βραστή σαλάτα. Η επιστημονική του ονομασία είναι Βeta vulgaris var. esculenta και είναι συγγενές με το ζαχαρότευτλο, το κτηνοτροφικό τεύτλο και το σέσκουλο.
Στην ελληνική αγορά υπάρχουν διάφοροι τύποι παντζαριού με κυριότερο τον τύπο Detroit 5, που δίνει πρώιμα στρογγυλά παντζάρια καλής διαμέτρου με ομοιόμορφο κόκκινο χρώμα. Επίσης έχει κοντό φύλλωμα με γυαλιστερό πράσινο χρώμα το οποίο δημιουργεί μια όμορφη οπτική αντίθεση με το κατακόκκινο χρώμα της σάρκας. Παλαιότερα υπήρχε σε σημαντικές εκτάσεις μια ποικιλία που ήταν γνωστή ως Αιγυπτιακό Παντζάρι, το οποίο σε αντίθεση με τα παντζάρια τύπου Detroit 5, έχει πεπλατυσμένη γογγυλόριζα η οποία δεν μπόρεσε να γίνει αποδεκτή από τον Έλληνα καταναλωτή.
Βοτανικά χαρακτηριστικά
Το παντζάρι έχει πλούσιο φύλλωμα. Τα φύλλα είναι μεγάλα και έχουν χρώμα πράσινο ή με κοκκινωπή απόχρωση. Η ρίζα αναπτύσσεται κατακόρυφα και αρχικά είναι πασσαλώδης, ενώ στη συνέχεια γίνεται σφαιρική ή κωνική. Η γογγυλόριζα έχει βαθύ κόκκινο-ιώδες χρώμα και σχήμα που ποικίλλει από σφαιρικό μέχρι κωνικό.
Το φυτό ανθίζει τον 2ο χρόνο (μετά τον χειμώνα ή την εαρινοποίηση σε χαμηλές θερμοκρασίες) και σχηματίζει ανθικό στέλεχος, ύψους περίπου 1,5 m από το κέντρο της κορυφής της γογγυλόριζας.
Οι ταξιανθίες αποτελούνται από μικρά και ερμαφρόδιτα άνθη. Ο κάθε σπόρος του παντζαριού αποτελείται από 2-5 σπέρματα.
Κλιματικές συνθήκες
Το παντζάρι μπορεί να καλλιεργηθεί σε όλες τις κλιματολογικές συνθήκες και είναι αρκετά ανθεκτικό στο ψύχος, τόσο το υπέργειο τμήμα του φυτού όσο και η γογγυλόριζα. Το χρώμα της γογγυλόριζας είναι πιο έντονο κόκκινο σε περιοχές με χαμηλή θερμοκρασία σε σύγκριση με περιοχές με υψηλότερη θερμοκρασία.
Η καλύτερη ποιότητα (έντονα κόκκινη γογγυλόριζα) επιτυγχάνεται σε θερμοκρασίες αέρα 10-18 oC. Για την βλάστηση του σπόρου η ελάχιστη απαιτούμενη θερμοκρασία εδάφους είναι 5 oC, ενώ οι ευνοϊκές θερμοκρασίες έχουν εύρος από 10-30 oC, με μέγιστο όριο τους 35 oC.
Αν υπάρξει μια ψυχρή περίοδος (4-10 oC) για 2 εβδομάδες ή περισσότερο το φυτό θα σχηματίσει υπέργεια ανθοφόρα στελέχη κάτι που είναι επιθυμητό μόνο για καλλιέργειες που στόχο έχουν την σποροπαραγωγή.
Εδαφικές συνθήκες
Όσον αφορά το έδαφος καταλληλότερα είναι τα αμμώδη ή αμμωπηλώδη, μέσης σύστασης ή και ελαφριάς, με αντίδραση όξινη έως ελαφρώς αλκαλική (pH 6-7,5). Δεν ανέχεται βαριά εδάφη που κρατούν τα νερά, ούτε εδάφη συμπαγή ή με πολλές πέτρες στα οποία παρεμποδίζεται η ομαλή ανάπτυξη της γογγυλόριζας.
Προετοιμασία εδάφους
Πριν την σπορά θα πρέπει να κάνουμε μια σχολαστική προετοιμασία του εδάφους με τσάπα ή φρέζα σε βάθος περίπου 15-20 cm για να μπορέσει να διευκολυνθεί η ανάπτυξη των γογγυλόριζων. Κατά την διάρκεια αυτής της προετοιμασίας προσθέτουμε στο έδαφος καλά χωνεμένη κοπριά ή κάποιο άλλο οργανικό υλικό όπως κομπόστ καθώς και τα λιπάσματα που έχουμε επιλέξει. Επίσης θα πρέπει να απομακρυνθούν όσο είναι εφικτό και οι πέτρες.
Αφού γίνει η σπορά κύριο μέλημα μας για την αρχή είναι να μην δημιουργηθεί κρούστα στην επιφάνεια του εδάφους η οποία εμποδίζει το καλό φύτρωμα.
Πολλαπλασιασμός
Οι σπόροι τοποθετούνται απευθείας στο έδαφος σε γραμμές που απέχουν μεταξύ τους 30-50 cm και σε βάθος περίπου 0,5 cm. Η βλάστηση του σπόρου πραγματοποιείται σε εύρος θερμοκρασίας 8-30 oC και τα νεαρά φυτάρια εμφανίζονται μέσα σε 1-2 εβδομάδες.
Φύτευση
Η σπορά μπορεί να γίνει τους μήνες Ιούλιο – Αύγουστο για παραγωγή το φθινόπωρο και το χειμώνα. Ακόμα μπορεί να γίνει το τρίμηνο Φεβρουάριο – Απρίλιο για παραγωγή την άνοιξη και το καλοκαίρι.
Η διάρκεια της καλλιέργειας, από τη σπορά έως και τη συγκομιδή κυμαίνεται από 2,5 – 5 μήνες, ανάλογα με την εποχή καλλιέργειας.
Άρδευση
Το παντζάρι έχει ανάγκη από ικανοποιητική υγρασία σε όλη την διάρκεια της καλλιέργειας. Η υπερβολική υγρασία του εδάφους δημιουργεί προβλήματα στην ανάπτυξη της γογγυλόριζας, ενώ η έλλειψη του νερού κάνει τις γογγυλόριζες ινώδεις.
Η άρδευση του παντζαριού γίνεται κατά κύριο λόγο με σταγόνες. Πριν από τη συγκομιδή, καλό είναι να αποφεύγεται το πότισμα για την αποφυγή σχισίματος των γογγυλόριζων και μείωσης της αποθηκευτική τους ικανότητας.
Λίπανση
Μια καλλιέργεια παντζαριού με μέση παραγωγή 3 τόνοι/στρέμμα αφαιρεί από το έδαφος 7,5 kg αζώτου (Ν), 1,3 kg φωσφόρου και 10,8kg καλίου. Πριν από την εγκατάσταση της καλλιέργειας προσθέτουμε ολόκληρη την ποσότητα καλίου και φωσφόρου και μέρος του αζώτου. Η υπόλοιπη ποσότητα αζώτου (1/3 της συνολικής ποσότητας) προστίθεται κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης των φυτών.
Καταπολέμηση ζιζανίων
Η καταστροφή των ζιζανίων γίνεται με σκαλίσματα. Η εδαφοκάλυψη είναι και αυτός ένας τρόπος αντιμετώπισης των ζιζανίων, αλλά είναι ιδιαίτερα ακριβή μέθοδος και επιπλέον δεν εξασφαλίζεται καλός αερισμός στο εσωτερικό του εδάφους.
Αντίθετα με τα σκαλίσματα βελτιώνεται ο αερισμός και η υφή του εδάφους. Τα σκαλίσματα για την αντιμετώπιση των ζιζανίων θα πρέπει να είναι ελαφρά και να γίνονται με προσοχή για να μην τραυματίζονται οι γογγυλόριζες.
Αραίωμα φυτών
Το αραίωμα πραγματοποιείται στα πρώτα στάδια ανάπτυξης των φυτών, μόλις σχηματίσουν τα πρώτα 3-4 πραγματικά φύλλα, έτσι ώστε οι αποστάσεις μεταξύ των φυτών να είναι 5cm. Η εφαρμογή του είναι απαραίτητη καθώς κάθε σπόρος είναι μία συγκαρπία (περισσότερα από ένα σπέρματα) και τελικά δίνει περισσότερα από ένα φυτό.
Συγκομιδή
Τα παντζάρια συγκομίζονται μόλις αποκτήσουν εμπορεύσιμο μέγεθος. Όσο πιο μικρές συγκομίζονται οι γογγυλόριζες τόσο πιο τρυφερές είναι. Η συγκομιδή γίνεται σταδιακά και εφαρμόζεται με εξαγωγή ολόκληρων των φυτών από το έδαφος.
Οι ασθένειες του Παντζαριού
Περονόσπορος: Η ασθένεια του περονόσπορου στο παντζάρι οφείλεται στον μύκητα Peronospora schachtii. Το σύμπτωμα είναι οι κηλίδες στην πάνω επιφάνεια των φύλλων τεφροιώδους χρώματος και εξάνθηση στην κάτω επιφάνεια.
Σαν τρόπος αντιμετώπισης της ασθένειας είναι η εφαρμογή 3τούς αμειψισποράς με φυτά που δεν ανήκουν στην ίδια οικογένεια. Απομακρύνουμε προσβεβλημένα φύλλα της βάσης και σε έντονες προσβολές ψεκάζουμε με χαλκούχα σκευάσματα.
Κερκόσπορα: Η ασθένεια αυτή οφείλεται στον μύκητα Cercospora beticola. Αναπτύσσονται κυκλικές και χλωρωτικές κηλίδες στα φύλλα. Στη συνέχεια οι κηλίδες γίνονται καστανές και πέφτουν αφήνοντας το υπόλοιπο έλασμα άθικτο (τρύπες από σκάγια). Δεν προξενεί σοβαρή ζημιά στην καλλιέργεια.
Η πρόληψη στηρίζεται στην επαρκή λίπανση των φυτών με κάλιο, έτσι ώστε να είναι πιο ανθεκτικά σε επερχόμενη προσβολή. Συνιστάται το αραίωμα των φυτών για την καλύτερη κυκλοφορία του αέρα και τη μείωση της ανάπτυξης ή εξάπλωσης της ασθένειας. Ακόμα η καλλιέργεια θα πρέπει να ενταχθεί σε σύστημα αμειψισποράς. Σε περίπτωση προσβολής αφαιρούμε τα προσβεβλημένα φύλλα, καταστρέφουμε τα υπολείμματα της καλλιέργειας. Ψεκάζουμε με χαλκούχα σκευάσματα κατάλληλα για τη βιολογική καλλιέργεια.
Σκληροτίνια: Ο Sclerotinia sclerotiorum προκαλεί σάπισμα της γογγυλόριζας. Στα σημεία προσβολής παρουσιάζεται περιοχή λευκού χρώματος με μαύρα στίγματα (σπόρια του μύκητα). Στα σημεία προσβολής και κάτω από συνθήκες υπερβολικής υγρασίας σχηματίζεται περιοχή λευκού χρώματος (μυκήλιο) με μαύρα στίγματα (σπόρια του μύκητα). Η ασθένεια αναπτύσσεται σε συνθήκες υψηλής υγρασίας του εδάφους και για αυτό κύριο μέτρο πρόληψης αποτελεί η αποφυγή υπερβολικής υγρασίας στο έδαφος.
Η εφαρμογή 3-4ετούς αμειψισποράς και η απομάκρυνση των προσβεβλημένων φυτών μειώνουν αρκετά την πιθανότητα εμφάνισης της ασθένειας. Η εδαφοκάλυψη με μαύρο πλαστικό ή το λιάσιμο του εδάφους σε περιόδους που δεν υπάρχει καλλιέργεια στο έδαφος βοηθάει στην καταπολέμηση της ασθένειας.
Ριζοκτονία: Ο μύκητας αυτός (Rhizoctonia violaceae) είναι του εδάφους, που προσβάλλει τα υπόγεια μέρη του φυτού. Τα προσβεβλημένα μέρη, δηλ. οι βάσεις των στελεχών και οι ρίζες αρχικά καλύπτονται από μυκηλιακές υφές, χρώματος ιώδους – καφέ, που απομυζούν τροφές από τον ξενιστή που τελικά τον εξαντλούν και ξηραίνεται, με αποτέλεσμα τον θάνατο και του υπέργειου μέρους του φυτού. Η ασθένεια στο υπέργειο μέρος του φυτού εκδηλώνεται με στασιμότητα στην ανάπτυξη των βλαστών, οι οποίοι αδυνατίζουν, κιτρινίζουν, αποτέλεσμα των δυσκολίων στην διακίνηση των ουσιών που προκαλεί ο μύκητας αφού εισέρχεται στο εσωτερικό των ιστών. Η προσβολή εμφανίζεται στο χωράφι σαν κηλίδα που σταδιακά επεκτείνεται. Ο μύκητας σχηματίζει σκληρώτια που διατηρούνται στο έδαφος για πολλά χρόνια και οι αρχικές μολύνσεις γίνονται από τις ρίζες, ιδιαίτερα μετά από μηχανικές ζημιές. Η ασθένεια ευνοείται σε εδάφη που δεν στραγγίζουν καλά και έχουν χαμηλό pH.
Μετά την εγκατάσταση της ασθένειας δεν υπάρχει τρόπος προστασίας των φυτών. Θα πρέπει τόσο τα προσβεβλημένα φυτά όσο και αυτά που τα περιβάλλουν, να καίγονται. Προσοχή στην μεταφορά εδάφους με τα μηχανήματα και εργαλεία από την μολυσμένη περιοχή στην αμόλυντη. Εάν η προσβολή είναι καθολική, θα πρέπει να γίνει νέα φυτεία σε καθαρό έδαφος.
Εχθροί του Παντζαριού
Αφίδες: Οι αφίδες είναι μικρά μαύρα έντομα που αναπτύσσονται σε μεγάλους πληθυσμούς πάνω στα φύλλα (κάτω επιφάνεια ελάσματος) και μυζούν τους χυμούς τους. Τα φύλλα παραμορφώνονται ελαφρώς και εμφανίζουν κολλώδη ουσία στα σημεία προσβολής.
Για να αντιμετωπίσουμε τις αφίδες φροντίζουμε για την καλή ανάπτυξη των φυτών (άρδευση και λίπανση). Χρειάζεται όμως προσοχή γιατί η υπερβολικά αζωτούχα λίπανση έχει σαν αποτέλεσμα την έντονη ανάπτυξη της βλάστησης και κατά συνέπεια μεγαλύτερη πιθανότητα προσβολής. Επιπλέον απομακρύνουμε τα φύλλα που έχουν προσβληθεί. Γίνεται εφαρμογή αμειψισποράς και σε μεγάλη προσβολή γίνεται ψεκασμός με κατάλληλα σκευάσματα (σαπούνια) για τη βιολογική γεωργία. Για το βιολογικό έλεγχο των αφίδων χρησιμοποιούμε την πασχαλίτσα και την παρασιτική σφήκα Diaeretiella rapae.
Σιδηροσκώληκας: Ζει στο έδαφος και τρέφεται με σπόρους, ρίζες και οργανική ύλη. Η μεγαλύτερη ζημιά προκαλείται από τις προνύμφες την άνοιξη. Εκείνη την περίοδο αναπτύσσονται και προτιμούν να τρέφονται με σπόρους λόγω της υψηλής θρεπτικής τους αξίας. Οι προνύμφες του σιδηροσκούληκα εντοπίζουν τους σπόρους από το CO2 που παράγουν κατά τη διάρκεια της βλάστησης. Μπορούν να προκαλέσουν μεγάλη ζημιά στο εσωτερικό των γογγυλόριζων. Ο βιολογικός κύκλος του διαρκεί από 5 – 7 χρόνια. Τα ενήλικα γενούν αυγά στο έδαφος κοντά σε κατάλληλες πηγές τροφής. Τα αυγά επωάζονται σε 2 – 7 μέρες και οι προνύμφες μετακινούνται στο έδαφος για να βρουν τροφή. Προτιμούν θερμοκρασίες από 10 έως 21οC και μετακινούνται προς τα επάνω στο έδαφος καθώς ζεσταίνει ο καιρός την άνοιξη και ξανά προς τα κάτω ανάλογα με τη θερμοκρασία. Οι προνύμφες μπορούν να διανύσουν έως 60,96 εκ. συνεχόμενα σε βάθος ανάλογα με τη θερμοκρασία και τη τροφή. Μπαίνουν στο στάδιο της πούπας μέσα στο έδαφος προς το τέλος του καλοκαιριού. Τα ενήλικα εξέρχονται από το έδαφος όταν η θερμοκρασία του εδάφους ανέβει πάνω από τους 10oC την επόμενη άνοιξη. Επειδή ο βιολογικός του κύκλος είναι πολύ μεγάλος (μέχρι 5 χρόνια) την ίδια χρονική στιγμή μπορούμε να βρούμε στο έδαφος πολλά έντομα διαφορετικού σταδίου.
Η καταπολέμηση του είναι προτιμότερο να γίνεται πριν φυτέψουμε την καλλιέργεια. Aλλά υπάρχουν και μερικές καλλιέργειες στις οποίες μπορούμε να καταπολεμήσουμε το έντομο κατά την διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου. Η αμειψισπορά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την καταπολέμηση και τον έλεγχο του πληθυσμού του εντόμου. Φυτά που δεν είναι ξενιστές θα πρέπει να καλλιεργούνται πριν τις καλλιέργειες που είναι ξενιστές του εντόμου. Είναι πολύ σημαντικό να διατηρούμε το χωράφι καθαρό από τα ζιζάνια ιδιαίτερα το Μάϊο και τον Ιούνιο που εναποτίθενται τα αυγά. Η αποφυγή ζιζανίων με μεγάλη ανθοφορία κρατάει τα ενήλικα μακριά και μειώνει τον κίνδυνο για προσβολή από τις προνύμφες.
Τα χωράφια θα πρέπει να στραγγίζουν καλά με επιφανειακά αλλά και υπόγεια αρδευτικά έργα. Το σκάλισμα του χωραφιού την άνοιξη μπορεί να μειώσει τον πληθυσμό του εντόμου. Αυτό γιατί τα σιδηροσκούληκα είναι πολύ ευπαθή σε μηχανικές ζημιές κατά την διάρκεια των προνυμφικών τους σταδίων.
Η χρησιμοποίηση κάποιων αιθέριων ελαίων που απομονώνονται από τα σταυρανθή φυτά, όπως ο σινάσπορος ή το ρεπάνι έχει αποτελεσματικότητα. Τα προϊόντα που απομονώνονται από αυτά τα φυτά περιέχουν κάποιες οργανικές ουσίες οι οποίες περιέχουν κυάνιο, το οποίο είναι τοξικό για αυτές τις προνύμφες.
Φυλλορύχτης: Τα νεαρά άτομα του δίπτερου Pegomya hyoscyami ανοίγουν στοές μέσα στα φύλλα. Δεν αποτελεί βέβαια σοβαρό πρόβλημα για την καλλιέργεια καθώς τα φύλλα δεν καταναλώνονται.
Σε έντονες προσβολές απομακρύνουμε τα προσβεβλημένα φύλλα. Μετά από μια προσβολή εφαρμόζουμε συχνά σκαλίσματα το χειμώνα, έτσι ώστε οι διαχειμαζόμενες μορφές του εντόμου να εκτεθούν στους φυσικούς τους εχθρούς.
Νηματώδεις: Οι νηματώδεις (Heterodera schachtii) αποτελούν σημαντικό εχθρό του καρότου όπου προσβάλλουν τις γογγυλόριζες, κυρίως σε μικρό στάδιο ανάπτυξης όπου προκαλούνται εξογκώματα και παραμόρφωσεις. Το καλό όργωμα και καλό λιάσιμο του εδάφους ώστε να εκτεθούν οι νηματώδεις σε δυσμενείς συνθήκες (καλοκαίρι), είναι ορισμένες ενέργειες που μπορούμε να κάνουμε ώστε να αντιμετωπίσουμε τους νηματώδεις. Επιπλέον μπορούμε να εφαρμόσουμε αύξηση της οργανικής ουσίας του εδάφους με προσθήκη κομπόστας, που αυξάνει τον αριθμό των ωφέλιμων νηματωδών και μυκήτων (αρπακτικών των βλαβερών νηματωδών). Επίσης πρέπει να γίνεται απολύμανση των εργαλείων και εφαρμογή της αμειψισποράς.