Κείμενο: Tμήμα υποστήριξης πελατών biomastores.gr
Η καταγωγή του είναι αμφιλεγόμενη καθώς για κάποιους θεωρείται η Αραβία και για κάποιους άλλους ο Καύκασος και η Περσία, όπου ήταν γνωστό για πάνω από 2.000 χρόνια. Στη χώρα μας έγινε γνωστό γύρω στον 17ο αιώνα. Πρόκειται για ένα ετήσιο φυτό με πασσαλώδη κύρια ρίζα με μήκος που μπορεί να φτάσει το 1,5μ. (ο μεγαλύτερος όγκος του βρίσκεται στα 30εκ.), με τρυφερά λεία ή κυματοειδή βαθυπράσινα φύλλα που σχηματίζουν ροζέτα.
Το σπανάκι χρειάζεται μόνο 5 ώρες ήλιο την ημέρα και αναπτύσσεται και σε μερική σκιά. Ανθίζει (ξεβλαστώνει) όταν η διάρκεια της ημέρας ξεπεράσει τις 13 ώρες, φέρει μικρά άνθη που σταυρογονιμοποιούνται με τη βοήθεια του ανέμου. Οι περισσότερες ποικιλίες του είναι δίοικες όπου τα αρσενικά φυτά διατηρούν τη γύρη τους για μεγάλο χρονικό διάστημα και τα θηλυκά είναι υποδεκτικά για 2-3 εβδομάδες.
Ο σπόρος του είναι σκληρός και αγκαθωτός ή λείος ανάλογα με την ποικιλία. Το σπανάκι είναι ένα φυτό που βλαστάνει γρήγορα και απαιτεί χαμηλές θερμοκρασίες για να αναπτυχθεί. Το ώριμο φυτό μπορεί να αντέξει σε παγετούς μέχρι -6 οC χωρίς να υποστεί σοβαρές ζημιές. Όμως στους -10 οC τα φύλλα κιτρινίζουν ενώ στους 36 οC και γενικά σε υψηλές θερμοκρασίες στέκονται όρθια και δεν απλώνονται στην επιφάνεια του εδάφους. Η ατμοσφαιρική και εδαφική υγρασία ευνοούν την ανάπτυξη τρυφερού φυλλώματος και σε συνδυασμό με χαμηλή θερμοκρασία και μικρού μήκους ημέρα δίνουν πολύ καλή ποιότητα.
Το έδαφος (ιδανικά είναι τα εδάφη μέσης σύστασης) που προορίζεται για καλλιέργεια θα πρέπει να είναι πλούσιο σε οργανική ουσία και υγρό χωρίς να νεροκρατεί. Η διατήρηση της υγρασίας, την καταστολή των αγριόχορτων και τη διατήρηση χαμηλών θερμοκρασιών στο έδαφος μπορούμε να πετύχουμε σκορπίζοντας ένα στρώμα οργανικού υλικού γύρω από τα φυτά. Τα αμμοπηλώδη εδάφη θεωρούνται καταλληλότερα για πρώιμη συγκομιδή ενώ τα πηλώδη και αργιλοπηλώδη για όψιμη. Το ευνοϊκότερο pH για το σπανάκι βρίσκεται μεταξύ 6 και 7. Ακόμη, μπορεί να καλλιεργηθεί σε ελαφρώς αλκαλικά εδάφη.
Το σπανάκι απαιτεί μέτρια επίπεδα καλίου και φωσφόρου και υψηλά αζώτου, παρουσιάζει ευαισθησία σε χαμηλά επίπεδα βορίου και ασβεστίου. Μπορούμε να λιπάνουμε με καλά χωνεμένη κοπριά ή κομπόστ την άνοιξη ή να προσθέσουμε νωρίς την άνοιξη ή το φθινόπωρο ένα οργανικό λίπασμα αργής απελευθέρωσης και συμπληρωματικά 2-3 στην καλλιεργητική περίοδο να ψεκάσουμε διαφυλλικά ή να κάνουμε ριζοπότισμα ένα οποιοδήποτε υγρό λίπασμα. Ακόμη, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ιχθυογαλακτώματα ή εκχύλισμα κοπριάς τις πρωινές ώρες και με συννεφιασμένο καιρό για καλύτερα αποτελέσματα αλλά και να μη δημιουργήσουμε προβλήματα στα φυτά, στο ίδιο διάλυμα μπορεί να προστεθεί εκχύλισμα φυκιών. Κρίσιμη περίοδος για την εφαρμογή ενός τέτοιου συμπληρωματικού ψεκασμού είναι στα μέσα της ανάπτυξής του.
Η σπορά μπορεί να γίνει 3-6 εβδομάδες πριν τους τελευταίους αναμενόμενους παγετούς ή 6-8 πριν τους πρώτους αναμενόμενους παγετούς. Για μια συνεχή συγκομιδή σπέρνουμε κάθε 2-3 εβδομάδες μέχρι οι θερμοκρασίες να φτάσουν στους 18 οC και η μέρα να αρχίσει να μεγαλώνει. Μπορούμε να ξανά σπείρουμε στα τέλη Αυγούστου ή νωρίς τον Σεπτέμβρη για φθινοπωρινή καλλιέργεια. Για να επιταχυνθεί το φύτρωμα εμβαπτίζουμε τους σπόρους για μια νύχτα σε διάλυμα ξυδιού. Για τη φθινοπωρινή σπορά κάνουμε προφύτρωμα των σπόρων τοποθετώντας τους σε υγρό χαρτί στο ψυγείο επί μια εβδομάδα.
Σπέρνουμε στα πεταχτά ή σε γραμμές με αποστάσεις 5-10εκ και μεταξύ των φυτών 10-15εκ., την ίδια απόσταση κρατάμε και στην καλλιέργεια σε κλίνες. Ο σπόρος φυτρώνει 6-14 ημέρες και η βέλτιστη θερμοκρασία εδάφους για το φύτρωμα είναι 5-21 οC και αέρος για την ανάπτυξη των φυτών 5-24 οC. Τα φυτά συγκομίζονται περίπου 7 εβδομάδες μετά τη σπορά. Συνήθως σπέρνουμε αραιά για να αποφύγουμε το πρώτο αραίωμα.
Ελέγχουμε τα αγριόχορτα με βοτάνισμα όταν η σπορά γίνει στα πεταχτά ή με σκάλισμα όταν είναι σε γραμμές.
Αρδεύσεις συνήθως δε γίνονται λόγω των βροχών της εποχής, πολλές φορές όμως πριν τη σπορά γίνεται κατάκλιση του εδάφους και αν χρειαστεί ποτίζουμε την άνοιξη.
Το σπανάκι μπορεί να καλλιεργηθεί ανάμεσα σε ψηλά φυτά όπως είναι τα λαχανάκια Βρυξελλών και η σελινόριζα ενώ στην αρχή της καλλιεργητικής περιόδου μπορεί να καλλιεργηθεί και ανάμεσα σε φράουλες. Επίσης, συγκαλλιεργείται με κρεμμύδια και λάχανα.
Μπορεί να ακολουθήσει στο χωράφι ριζώδεις καλλιέργειες, φασόλια, λάχανα και πατάτες. Μετά από μια πρώιμη καλλιέργεια σπανακιού μπορεί να ακολουθήσει καλλιέργεια καρότου, μελιτζάνας, αναρριχώμενων φασολιών, πατάτες, ντομάτες και φιστίκια (αραχίδες).
Συγκομιδή
Η συγκομιδή του σπανακιού ξεκινά μόλις αυτά αποκτήσουν 4-6 μεγάλα φύλλα και διαρκεί για δύο εβδομάδες. Γίνεται με ειδικά μαχαίρια ή εργαλεία κοπής περίπου 1 εκ. κάτω από τη ροζέτα. Τα σπανάκια δεν πρέπει να κόβονται ούτε πολύ νωρίς, αφού δεν έχουν πάρει βάρος, ούτε και πολύ αργά γιατί κιτρινίζουν τα φύλλα τους.
Οι καλύτερες ώρες όσων αφορά την εμφάνιση του φυτού είναι οι απογευματινές, όμως επειδή τα θρεπτικά στοιχεία που περιέχουν τα φύλλα (άζωτο, κάλιο, μαγνήσιο) παρουσιάζουν διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια της ημέρας και οι συγκεντρώσεις τους αρχίζουν να μειώνονται μετά τη δύση του ηλίου και βρίσκονται στο κατώτερο σημείο αργά το απόγευμα, συγκομίζουμε τις πρωινές ώρες και καλό θα ήταν να καταναλώνονται άμεσα.
Προβλήματα καλλιέργειας
Φυσιολογικές παθήσεις
Πρόωρη εμφάνιση ανθικού στελέχους (ξεβλάστωμα)- κακή ποιότητα φύλλων: Πρώιμη έκθεση των νεαρών φυτών σε θερμοκρασίες μικρότερες των 7 οC μπορεί να τα σοκάρει και να προκαλέσει την εμφάνιση ανθικού στελέχους. Ταυτόχρονα τα φυτά σχηματίζουν λίγα και κακής ποιότητας φύλλα. Τα φυτά σοκάρονται και σε θερμοκρασίες που ξεπερνούν τους 24 οC. Για αυτό φροντίζουμε να σκιάζουμε την καλλιέργεια σε θερμότερες περιοχές. Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που οφείλονται σε κρύο καιρό καλύπτουμε τα φυτά με οργανικά υπολείμματα μέχρι να σταθεροποιηθούν οι χαμηλές θερμοκρασίες και χρησιμοποιούμε ανθεκτικές ποικιλίες.
Κίτρινα φύλλα- στάσιμα και μαραμένα φυτά: Οφείλονται είτε σε έλλειψη αζώτου και εδάφους που νεροκρατεί είτε σε προσβολή από φουζαρίωση. Στις δυο πρώτες ψεκάζουμε τα φυτά ή κάνουμε ριζοπότισμα με εκχύλισμα κομπόστ ή εκχύλισμα από ιχθυάλευρα. Αν όμως το σπανάκι έχει προσβληθεί από φουζάριο τότε καταστρέφουμε και απομακρύνουμε τα προσβεβλημένα φυτά. Καθώς η ασθένεια ευνοείται από θερμοκρασίες 21-26 οC αποφεύγουμε να καλλιεργούμε με τέτοιο καιρό ή κάνουμε ηλιοαπολύμανση του εδάφους.
Εχθροί
Αφίδες: Οι αφίδες είναι μικρά έντομα που αναπτύσσονται σε μεγάλους πληθυσμούς πάνω στα φύλλα (κάτω επιφάνεια ελάσματος) και μυζούν τους χυμούς τους. Το σπανάκι προσβάλλεται συχνά από την πράσινη και τη μαύρη αφίδα που προκαλούν αρκετές ζημιές. Παρατηρούμε κιτρίνισμα των φύλλων και καρούλιασμα και παύση της ανάπτυξης. Σε ελαφριές προσβολές ψεκάζουμε με πίεση νερό νωρίς το πρωί 3 φορές μέρα παρά μέρα. Αν δε δούμε αποτέλεσμα καταφεύγουμε στα εντομοκτόνα σαπούνια με εφαρμογή κάθε 2-3 μέρες μέχρι να τις ελέγξουμε. Σε σοβαρότερες προσβολές ψεκάζουμε τα φυτά με φυσικό πύρεθρο. Για το βιολογικό έλεγχο των αφίδων, σε θερμοκηπιακές καλλιέργειες, χρησιμοποιούμε την πασχαλίτσα και την παρασιτική σφήκα Diaeretiella rapae.
Φυλλοτρύτης ή μύγα των τεύτλων (Pegomyia hyoscyami): είναι ο σημαντικότερος εχθρός του σπανακιού. Σαν σύμπτωμα της προσβολής του φυτού από τον εχθρό αυτό είναι οι πολλές μικρές τρύπες στα φύλλα, που εμφανίζονται τέλος της άνοιξης. Αφήνουν τα αυγά τους στο έδαφος και οι προνύμφες τρέφονται με τις ρίζες. Για την αντιμετώπιση του εχθρού χρησιμοποιούμε κίτρινες κολλητικές παγίδες για τη μείωση του πληθυσμού του εντόμου. Εφαρμόζουμε συχνά σκαλίσματα το φθινόπωρο και το χειμώνα, για να εκθέσουμε τα αυγά και τις προνύμφες στην επιφάνεια του εδάφους. Υπάρχουν ωφέλιμοι νηματώδεις που τρέφονται με το έντομο.
Ασθένειες
Περονόσπορος (Peronospora spinaciae): Παρατηρούμε στα φύλλα σκόρπιες κίτρινες κηλίδες που ύστερα γίνονται καστανές ενώ στην κάτω επιφάνεια στα αντίστοιχα σημεία εμφανίζεται άσπρο-μωβ χνούδι. Προληπτικά καταστρέφουμε τα αγριόχορτα, εφαρμόζουμε τουλάχιστον 3ετή αμειψισπορά, αραιώνουμε τα φυτά, επιλέγουμε καλά στραγγιζόμενα εδάφη και ανθεκτικές ποικιλίες.
Τήξη σπορείων: Παρατηρούμε σάπισμα των ριζών και του λαιμού των νεαρών φυταρίων. Καθώς δεν υπάρχει θεραπεία, φροντίζουμε να μη νεροκρατεί το έδαφος και χρησιμοποιούμε παστεριωμένο χώμα ή αποστειρωμένο βερμικουλίτη.
Κερκόσπορα (Cercosporiae spinaciae): Σαν σύμπτωμα της προσβολής του φυτού από την ασθένεια είναι οι κηλίδες καστανού χρώματος στα φύλλα, όπου στη συνέχεια ξηραίνονται και πέφτουν, αφήνοντας το υπόλοιπο έλασμα του φύλλου άθιχτο. Σε έντονη προσβολή οι κηλίδες εξαπλώνονται και πιάνουν ολόκληρο το έλασμα. Στην περίπτωση αυτή και όταν ο καιρός είναι υγρός μπορεί να σχηματιστούν πάνω στις κηλίδες γκρίζα εξάνθηση. Για την αντιμετώπιση της ασθένειας πρέπει να χρησιμοποιούμε υγιή και πιστοποιημένο σπόρο, αλλιώς θα πρέπει να τον απολυμάνουμε με εμβάπτιση σε νερό θερμοκρασίας 50 oC για 25′. Ακόμα η καλλιέργεια θα πρέπει να ενταχθεί σε σύστημα 3ετούς αμειψισποράς. Σε περίπτωση προσβολής αφαιρούμε τα προσβεβλημένα φύλλα και καταστρεφούμε τα υπολείμματα της καλλιέργειας.
Σκληροτίνια: Ο Sclerotinia sclerotiorum προκαλεί σάπισμα του λαιμού του φυτού. Στα σημεία προσβολής παρουσιάζεται περιοχή λευκού χρώματος με μαύρα στίγματα (σπόρια του μύκητα). Η ασθένεια αναπτύσσεται σε συνθήκες υψηλής υγρασίας του εδάφους και για αυτό κύριο μέτρο πρόληψης αποτελεί η αποφυγή υπερβολικής υγρασίας στο έδαφος. Η εφαρμογή 3-4 ετούς αμειψισποράς και η απομάκρυνση των προσβεβλημένων φυτών μειώνουν αρκετά την πιθανότητα εμφάνισης της ασθένειας.
Ιώσεις: Συναντάμε τον ίκτερο των τεύτλων (τα φύλλα κιτρινίζουν πρόωρα, παχαίνουν και γίνονται εύθραυστα), το μωσαϊκό των τεύτλων (μωσαϊκό πράσινου χρωματισμού στα φύλλα) και το μωσαϊκό του αγγουριού (χλωρωτικά νεαρά φυτά, αργότερα κίτρινες κηλίδες κατά θέσεις, κατσάρωμα των φύλλων και τελικά νέκρωση). Επειδή φορείς των ιώσεων είναι κυρίως οι αφίδες, φροντίζουμε για την καταπολέμησή τους και επιλέγουμε ανθεκτικές ποικιλίες.